Βούριαξε:

Η ώρα ζώων για ζευγάρωμα. Μεταφορικά και για γυναίκα ελευθεριάζουσα, ή κάποια που αλλάζει ερωτικούς συντρόφους συνεχώς.

Δε τη γλέπ’ς απ’ βούριαξι για άντρα; ά! ετσιά είναι κι τα κουρίτσιατ’ς τα βουριάρκα.

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

error: Content is protected !!